Περιγραφή

economy as quality (not the pseudoscience of today), music, the cosmos, molecular and sub-molecular world, social impact, economic aspects and legislatures on the above

Τετάρτη 23 Φεβρουαρίου 2011

Πόσο αιώνιο είναι το κίτρινο του Van Gogh;

Όλοι μας έχουμε θαυμάσει τα ηλιοτρόπια του Van Gogh (για την ακρίβεια, κάποια, ή κάποιες από τις πολλές εκδοχές που μας κληροδότησε). Και αν είχαμε την ευκαιρία να δούμε κάποιο εκ του φυσικού, θα μέναμε άναυδοι μπροστά στην ζωντάνια του κίτρινου σε αυτά. Ο μύθος λέει ότι ο ζωγράφος ξυπνούσε πολύ νωρίς για να προλάβει την ώρα που τα λουλούδια θα είχαν το ζωντανότερο κίτρινο, προτού αυτά με την πάροδο της μέρας άρχιζαν να φθίνουν. Συχνά ένας ζωγράφος κάνει την έρευνά του και καταλήγει να χρησιμοποιεί αντισυμβατικά, και κάποτε ασύμβατα υλικά, προκειμένου να επιτύχει τον καλλιτεχνικό σκοπό του. Ήξερε άραγε Van Gogh ότι ο συνδυασμός χρωμάτων που χρησιμοποιούσε, ίσως κάποτε να έκαναν το κίτρινο να σιγοφθίνει;

Πιστεύω ότι ένα από τα μεγαλύτερα κέρδη του σύγχρονου πολιτισμού είναι η ικανότητα να απομυθοποιεί τον εαυτό του. Θυμάμαι που ο παππούς μου και ο πατέρας μου ανέφεραν συχνά για το τάδε μεταλλικό αντικείμενο (κάποιο γρανάζι), ή μηχάνημα (κάποιο παλιό ραδιόφωνο) ότι είναι "αθάνατο". Σήμερα πολλοί θα άκουγαν κάτι τέτοιο με κάποιο κρυφό μειδίαμα. Στη συνείδηση και του τελευταίου ανθρώπου σήμερα έχει περάσει η άποψη ότι τα υλικά αντικείμενα φθείρονται, ακόμη και εκείνα που δημιουργεί ο ίδιος ο άνθρωπος ως μια καλύτερη και ανθεκτικότερη απομίμηση της φύσης. Το πιο εκπληκτικό είναι ότι η ανάγκη για αυτοαπομυθοποίηση των προϊόντων του πολιτισμού βαίνει αυξανόμενη, καθώς ο υφέρπων ναρκισσισμός του ανθρώπινου είδους έχει εγγράψει σε κάποιο εσωτερικό φλοιό του εγκεφάλου ένα κενό κουτάκι που κάποτε θα φιλοξενήσει το "τέλειο" δημιούργημα. Μέχρι βέβαια, να ανακαλύψει ο ίδιος ή κάποιος άλλος αργότερα, ότι ούτε και αυτό είναι "τέλειο". O Van Gogh αποτύπωνε τον τρόπο που αντιλαμβανόταν ο ίδιος τη φθαρτή ομορφιά της φύσης χρησιμοποιώντας ένα σχεδόν "άφθαρτο" μέσο. Ενώ τα μοντέλα-λουλούδια του μετά από λίγες μέρες περνούσαν στην ανυπαρξία, η τέχνη του ήταν εκεί, και θα έμενε για πολλά χρόνια και ίσως αιώνες!

Κάποια μέρα, αρχικά διαπιστώσαμε βάσει στοιχείων πόσο φθαρτά είναι τα οργανικά υλικά. Αυτά που απαρτίζουν τη μεγάλη οικογένεια της "μαλακής" ύλης (=soft matter). Τα βερνίκια σε ένα πίνακα ζωγραφικής και κατά δεύτερο λόγο και το λάδι ή το αβγό που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης για να διασπείρει τα χρώματά του, κιτρινίζουν μέσα σε λίγα χρόνια, και αν αφεθούν, μπορεί και να γίνουν πολύ σκούρα, σε βαθμό που να μην αναγνωρίζεται το έργο στο οποίο ανήκουν. Κάποτε, ήρθε η στιγμή να διαπιστώσουμε με οδύνη, ότι ακόμα και τα αθάνατα ανόργανα υλικά, όπως για παράδειγμα, τα μάρμαρα του Παρθενώνα, μπορούσαν να πάθουν ανεπανόρθωτη φθορά από το περιβάλλον, με λίγη βοήθεια, βέβαια και από τον άνθρωπο. Οι πιο αισιόδοξοι από τους ειδικούς των έργων τέχνης, ίσως δεν μπορούσαν να βάλουν με το μυαλό τους ότι ίσως και οι ανόργανες χρωστικές (ή αλλιώς, τα πιγμέντα) μπορούν να αλλοιώνονται.


Από το δέκατο ένατο αιώνα είχε παρατηρηθεί ότι το κίτρινο του χρωμίου, όπως εκείνο που χρησιμοποιούσε ο Van Gogh έχανε σταδιακά τη ζωντάνια του κάτω από το φως. Το συγκεκριμένο κίτρινο αποτελείται από χρωμικό μόλυβδο σε καθαρή μορφή, ή με κάποιες σκόπιμες προσμίξεις. Για την ιστορία τώρα, ο χρωμικός μόλυβδος περιέχει εξασθενές χρώμιο, που όσοι παρακολουθούν την επικαιρότητα, τελευταία έχει γίνει "διάσημο" επειδή είναι πολύ τοξικό. Οι ζωγράφοι σήμερα το γνωρίζουν αυτό, πλην όμως, πολλοί από αυτούς εξακολουθούν να το χρησιμοποιούν επειδή έχει εκείνη τη μοναδική λαμπρή χροιά. Ο γράφων έχει διαπιστώσει από πρώτο χέρι, ότι ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας για παράδειγμα, χρησιμοποιούσε συχνά το κίτρινο του χρωμίου. Το ζήτημα της τοξικότητας είναι βέβαια κάτι διαφορετικό, που ανοίγει άλλη συζήτηση. Εκείνο που προβληματίζει σε καθαρά καλλιτεχνικό επίπεδο, είναι ότι το κίτρινο του χρωμίου δεν διατηρεί τη λάμψη του για πάντα όταν ο καλλιτέχνης το αναμιγνύει με κάποιο συγκεκριμένο λευκό. Στην περίπτωση του Van Gogh, καθώς και κάποιων άλλων ζωγράφων είχε αναμιχθεί, ή βρισκόταν σε επαφή με θειικά άλατα (θειικό μόλυβδο, ή θειικό βάριο). Τότε μόνο, το ζηλευτό και λαμπρό εξασθενές χρώμιο μετατρεπόταν στο ταπεινό και πράσινης απόχρωσης τρισθενές, μέσω μιας χημικής διαδικασίας που οι χημικοί τη γνωρίζουν καλά και την ονομάζουν αναγωγή.

Τί μας διδάσκει αυτό; Οι επίπονες προσπάθειες κάποιων ερευνητών που έδωσαν αυτό το αποτέλεσμα είναι μόνο η αρχή. Μιλάμε για έργα τέχνης που στο χρηματιστήριο της Τέχνης συχνά αποτιμώνται σε εκατοντάδες χιλιάδες, ή και εκατομμύρια ευρώ. Προκύπτει συνεπώς εύλογη η ανάγκη να σκεφτεί ο ειδικός κάποια ενέργεια ώστε να καθυστερήσει, να σταματήσει, ή ακόμα και να αντιστρέψει αυτή τη διαδικασία. Στον τομέα των οργανικών υλικών όπως τα βερνίκια, η κύρια δράση της θεραπείας περιέχει τη μαγική λέξη "αντικατάσταση", κάτι που όπως σήμερα γνωρίζουν οι ειδικοί, μπορεί να περιέχει κινδύνους για το πολύτιμο αντικείμενο, οπωσδήποτε δεν αποτελεί πανάκεια, και που σε κάθε περίπτωση οφείλουμε να την εφαρμόσουμε με περισσή σύνεση και γνώση. Στην περίπτωση όμως των χρωστικών, που αποτελούν την καρδιά της τέχνης; Σαφής απάντηση δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή που μιλάμε, και ίσως αργήσει να δοθεί. Φυσικά κάποιος που γνωρίζει λίγη χημεία μπορεί να προτείνει κάποια συστήματα με πιθανότητες θεραπείας, αλλά τα αντικείμενα τέχνης συχνά είναι εξαιρετικά σύνθετα και μια ιδέα που διατυπώνεται στο χαρτί, μπορεί να μην εφαρμόζεται εύκολα στην πράξη. Κάτι που ίσως αποκομίσουμε σαν πιο άμεσο δίδαγμα, είναι κάποιες "συνταγές" για τον σύγχρονο καλλιτέχνη που θέλει οπωσδήποτε να χρησιμοποιήσει το κίτρινο του χρωμίου, ώστε να αποφεύγεται η αναγωγή του σε τρισθενές χρώμιο και συνεπώς το ανεπιθύμητο πρασίνισμα.

Ο χώρος της τέχνης όλο και περισσότερο συγκεντρώνει την προσοχή της επιστήμης, και φαίνεται ότι θα συνεχίσει να τη συγκεντρώνει, αφού επιφυλάσσει εκπλήξεις που προέρχονται από τα υλικά της φύσης και (κυρίως από) τη σύνθετη χρησιμοποίησή τους. Ακριβώς αυτό το τελευταίο, μπορεί να αποτελεί κάποιο μεγάλο καλλιτεχνικό μυστικό μιας ιδιοφυΐας, αλλά μπορεί ταυτόχρονα να κρύβει και μια βραδυφλεγή ωρολογιακή βόμβα που εκείνος δεν μπορούσε να γνωρίζει.

Δείτε ένα ρεπορτάζ για τα αποτελέσματα της έρευνας.

Τρίτη 1 Φεβρουαρίου 2011

Έλληνας ερευνητής με πατέντα (το πιο σύντομο ανέκδοτο;)

Ο υφυπουργός Παιδείας Ι. Πανάρετος έδωσε το Σάββατο 29/1/2011 συνέντευξη στο Mega (στην Εκπομπή των Αναγνωστάκη-Χασαπόπουλου). Ένα από τα θέματα που θίχτηκαν ήταν εκείνα των πατεντών από έλληνες ερευνητές. Αναφέρεται ότι είναι μόλις 27 τα τρία τελευταία χρόνια (υποθέτω ότι αναφέρονται οι διεθνείς πατέντες), ενώ στο σύνολο της Ευρώπης συναντούμε τον αριθμό 180000(!). Υπάρχει ο Ελληνικός οργανισμός ευρεσιτεχνιών με τεχνολογικό κυρίως περιεχόμενο, το οποίο συμμετέχει στο Ευρωπαϊκό σύστημα πατεντών (European Patent Office-EPO), καθώς και αντίστοιχα εθνικά γραφεία των περισσότερων χωρών. Το πιο γνωστό είναι ίσως το αμερικανικό Patent Office το οποίο, με μεγάλο πλέον κύρος, θεσμοθετεί και ενθαρρύνει την καινοτομικότητα, όπως αυτή ορίζεται από το σύνταγμα των ΗΠΑ (Article 1, Section 8 )

Η κατοχή διεθνούς διπλώματος ευρεσιτεχνίας  (international patent) κατοχυρώνει κυρίως την πνευματική ιδιοκτησία μιας ανακάλυψης στη μηχανολογία, την ηλεκτρονική, τη χημεία, τη φυσική, κλπ. και στη συνέχεια ανοίγει κάποιες πόρτες για την εμπορική αξιοποίησή της (χωρίς αυτό να είναι δεδομένο, αφού δρουν οι νόμοι της αγοράς). Κάποιοι κάτοχοι διεθνούς πατέντας είναι πλούσιοι, αλλά σίγουρα δεν είναι ο κανόνας. Ο κανόνας θα ήταν να αναγνωρίζεται η πατέντα σαν αξιόλογο στοιχείο στο βιογραφικό κάποιου μαζί (αν όχι και με υψηλότερη αξία) με τις δημοσιεύσεις, τις συμμετοχές σε συνέδρια, τη συμμετοχή σε διεθνή και ελληνικά ερευνητικά προγράμματα, την εκπαιδευτική εμπειρία, κλπ. Τη στιγμή μάλιστα που μαθαίνουμε ότι είναι ελάχιστοι οι Έλληνες κάτοχοι κάποιας διεθνούς πατέντας.

Μου έκανε μεγάλη εντύπωση, όταν σε μια πρόσφατη συζήτηση με γνωστό μου, νέο ερευνητή (συν-κάτοχο ενός αριθμού πατεντών) σε μεγάλο Ερευνητικό κέντρο στην Αθήνα έμαθα ότι το στοιχείο αυτό δεν το λαμβάνει σοβαρά υπ’ όψη της η Ακαδημαϊκή κοινότητα.  Με την ευκαιρία της αναφοράς στις πατέντες στη συνέντευξη του υφυπουργού, έκανα το ακόλουθο σχόλιο στην σελίδα της ανάρτησης: 

Κύριε υφυπουργέ, αναφέρθηκαν οι ΠΑΤΕΝΤΕΣ στη συνέντευξή σας. Μπορεί να μη το γνωρίζετε, αλλά κάποιοι από τους λίγους κατόχους Διεθνούς Πατέντας που τυχαίνει να γνωρίζω σε μεγάλο Ερευνητικό κέντρο της Αθήνας, συναντούν μεγάλες δυσκολίες στην αξιολόγηση των βιογραφικών τους από μέλη ΑΕΙ (δηλαδή, με ή χωρίς δόλο, η πατέντα είναι σαν να μην υπάρχει για αυτούς -αφήνοντας σχεδόν αποκλειστικό κριτήριο τις δημοσιεύσεις και τη διδασκαλία "από αμφιθεάτρου" και σε εργαστήριο). Πιστεύω ότι η "κουλτούρα της πατέντας" είναι κάτι άγνωστο στον Ελληνικό χώρο. Αλλά έχω την αίσθηση ότι ακόμα και στον αδαή είναι κατανοητή η σημασία της αναφορικά με την καινοτομία και τη σύνδεση της έρευνας με την αγορά. Ο Ακαδημαϊκός χώρος αφού έστησε με σχετική επιτυχία τη βιομηχανία paper (καλοπροαίρετα το λέω, και ο ίδιος συμμετέχω σε αυτή), μήπως είναι καιρός να ανοίξει λίγο περισσότερο τους ορίζοντές του;

Για όποιον ενδιαφέρεται όλο το κείμενο της συνέντευξης υπάρχει στο προσωπικό blog του υφυπουργού. Εκεί αναφέρονται πολλά σχετικά με την αξιολόγηση των νέων ερευνητικών προτάσεων για τα «Θαλής» και «Αρχιμήδης».